φουσκοδεντριά

φουσκοδεντριά
η
1. η εποχή που πρωτοεμφανίζονται οι οφθαλμοί των δέντρων, οι μέρες πριν από την έναρξη της άνοιξης (οπότε η φύση ετοιμάζεται για βλάστηση): Η άνοιξη σα βάρυπνη παρθένα ξυπνάει με τη φουσκοδεντριά (Ι. Γρυπάρης).
2. μτφ., στον πληθ., φουσκοδεντριές ο πρώιμος ερωτικός οργασμός των νέων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φουσκοδεντριά — η, Ν 1. η εποχή πριν από την άνοιξη, όταν σχηματίζονται οι οφθαλμοί τών δένδρων 2. στον πληθ. οι φουσκοδεντριές μτφ. πρώιμοι νεανικοί ερωτικοί πόθοι. [ΕΤΥΜΟΛ. < φουσκ ώνω + συνδ. φωνήεν ο + δέντρο + κατάλ. ιά] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”